Η φήμη του Πακτωλού ή Χρυσορρόα ποταμού στη Μικρά Ασία, έχει μείνει μέχρι σήμερα ζωντανή στην έκφραση "αυτός είναι Πακτωλός" που σημαίνει πηγή μεγάλου πλούτου. Τα νερά του ποταμού μεταφέρουν μαζί με την άμμο και ψήγματα χρυσού από το όρος Τμώλος, απ' όπου πηγάζει. Από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας έρχεται και το χρυσόμαλλο δέρας.
Ο μύθος της χρυσής προβιάς συνδεόταν με τον τρόπο που ξεχώριζαν τα ψήγματα χρυσού από την άμμο. Οι χρυσοθήρες για να διαχωρίσουν το χρυσάφι από τα λασπόνερα χρησιμοποιούσαν μια μέθοδο γνωστή ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Βούταγαν ένα δοχείο στην κοίτη του ποταμού και έβγαζαν ψήγματα χρυσού ανακατεμένα με λάσπη, νερό και άμμο. Αυτά τα λασπόνερα τα έριχναν πάνω σε προβιές και έριχναν νερό με δύναμη για να φύγουν οι λάσπες και η άμμος, ενώ το χρυσάφι μπλεκόταν στα μαλλιά της προβιάς. Στη συνέχεια στέγνωναν καλά τα δέρματα, και τα ψήγματα χρυσού λαμποκοπούσαν στον ήλιο και έδιναν την εντύπωση ότι είναι χρυσές προβιές. Έτσι τα χρυσοφόρα κοιτάσματα ονομάστηκαν "Χρυσόμαλλον δέρας". Οι Αργοναύτες λοιπόν καθώς και άλλοι επιδρομείς έρχονταν στην Αία για το χρυσάφι που έπρεπε να το πάρουν με πόλεμο κι έτσι εξηγείται ο δράκος που έβγαζε φωτιά (πόλεμος). Tamen fuιt (=και όμως υπήρχε) θα αναφωνούσε ο αντίστοιχος Γαλιλαίος.
Χρυσό περιδέραιο που βρέθηκε σε αρχαίο τάφο στο Βόλο δείχνει ότι προέρχεται από χρυσάφι της Κολχίδας. Στο μουσείο του Λούβρου εξετάστηκαν δείγματα χρυσού που βρέθηκαν στη Γεωργία, σε σχέση με το περιδέραιο και διαπιστώθηκε κοινή προέλευση. Και τα δύο χρυσά αντικείμενα το ελληνικό και το Γεωργιανό φαίνεται πως έγιναν από αλλουβιακό χρυσάφι ενός ποταμού της Κολχίδας. Στην περιοχή της Κασπίας Θάλασσας όπου τοποθετείται η Κολχίδα, πατρίδα της Μήδειας υπάρχει ποταμίσιο χρυσάφι, που το μάζευαν με τομάρια αιγοπροβάτων, μια πρακτική γνωστή από την προϊστορική εποχή.
Υπήρχε ενδιαφέρον για το χρυσάφι στους μυθικούς, στους ιστορικούς αλλά και στους νεώτερους χρόνους. Ας θυμηθούμε τις πολύχρυσες Μυκήνες, τα παλάτια της Πύλου, τα χρυσοφόρα κτήματα του Θουκυδίδη στη Σκαπτή Ύλη αλλά και το ενδιαφέρον που έδειξαν συμπολίτες μας γύρω στα 1870 για αναζήτηση χρυσού, όπως προκύπτει από τον τύπο της εποχής και από το εύστοχο αφήγημα του λογοτέχνη Μητσάκη "Εις Αθηναίος χρυσοθήρας" (σημειώνεται ότι η μητέρα του Μητσάκη ήταν κόρη του Παν. Γιατράκου και ότι ο ίδιος φοίτησε στο Γυμνάσιο της Σπάρτης).
Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το έργο "Εις Αθηναίος χρυσοθήρας" :"…και επειδή δεν είχον και αυτοί χρηματιστήριον και ν΄αγοράσουν μετοχάς….καλλίτερον θα ήτο να κυττάξουν μήπως εύρουν μεταλλεία και αυτοί… και ήρχισε μανία ερευνών παντού… προς αναζήτησιν του κίτρινου μετάλλου… κίτρινος τη αληθεία και αυτός την μεταδοτικότητα, χρυσή ασθένεια ως ίκτερος εκόλλησε τους πάντας…". Και παρακάτω: "…Πέτρες του Θεού θα δώσουμε, βουνά του Θεού θα δώσουμε, λίρες στερλίνες θα πάρουμε!...» αναφωνεί, ο ήρωας του σπαρταριστού διηγήματος του Μιχ. Μητσάκη «Είς Αθηναίος χρυσοθήρας» που διαβαζόταν σαν ρεπορτάζ της εποχής, με τους ευφάνταστους αφελείς Αθηναίους να θυμούνται ξεχασμένα από τους ίδιους και το Θεό κατσάβραχα και να τα επισκέπτονται μέσα στη νύχτα, να παίρνουν δείγματα από τις πέτρες τους και να φιλοδοξούν να πλουτίσουν μέσα στο ίδιο βράδυ.
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το περιοδικό ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ (1ο τεύχ. Νοέμβριος 1981), τη Μυθολογία, το Σπαρτιάτικο τύπο της εποχής και το διήγημα του Μητσάκη ο οποίος ήταν φίλος του Καστρίτη πολιτικού Δ. Δημητρακάκη .
Πελεκάνου Δώρα