- Κατηγορία: Οι λέξεις μας
Σκανταλομάγκουρα και σκαντάλια:
Όταν, πιτσιρικάδες, στήναμε πλάκες για να πιάσουμε το καταχείμωνο κανένα κακομοίρικο τσόνι ή σπουργίτι ούτε που πέρναγε από το μυαλό μας πως ο όρος σκανταλομάγκουρα έχει αρχαιοελληνική προέλευση.

Σακάτης, σακατεύω = καθιστώ κάποιον ανάπηρο χτυπώντας, τραυματίζοντάς τον, του προκαλώ σοβαρή ή ανεπανόρθωτη σωματική βλάβη. Ο Φαίδων Κουκουλές στο έργο του «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός» (τ. Α, σελ. 96) αναφέρεται στο παιχνίδι «επί τάπητος», το οποίο περιγράφει ο Λιβάνιος και είναι αντιγραφή του ρωμαϊκού παιχνιδιού sagatio. Ονομαζόταν έτσι γιατί χρησιμοποιούσαν sagum δηλ. στρατιωτικό μανδύα που το ύφασμά του ήταν πολύ γερό ή τάπητα.
Ρουπάκι
Θρούμπα (ελιά), ελιές θρούμπες. Η εύκολη σκέψη είναι, πως ονομάζονται θρούμπες οι ελιές επειδή τις αρωματίζουμε με θρούμπη. Και όμως πρόκειται για δύο διαφορετικές λέξεις. Η θρούμπη ή το θρούμπι, είναι κοινή ονομασία του φυτού θύμβρος (θρουμπί, θρούμπη, θυμάρι), ο θύμος των αρχαίων Ελλήνων που χρησιμοποιείται σαν καύσιμη ύλη ή για την άρτυση διαφόρων εδεσμάτων. Ενώ θρούμπα είναι ο καρπός της ελιάς που αφού ωρίμασε στο δέντρο, πέφτει ώριμη και ζαρωμένη (η αρχαία γεργέμιρος).
Λαδώνω= αλείφω με λάδι, βαφτίζω, προκαλώ λεκέ, δωροδοκώ (δηλ. λαδώνω κρατικούς λειτουργούς, για να γίνουν γρήγορα οι δουλειές μου κ.λπ.). Αυτή η τελευταία σημασία του ρήματος θα μας απασχολήσει. Όπως μας πληροφορεί ο Γενάδιος στην Κύπρο καλλιεργούσαν από την αρχαιότητα σύκα τα οποία ήσαν μέτριας ποιότητας, επειδή εκβιαζόταν η ωρίμανσή τους «δια της επιχρίσεως δι’ ελαίου των ολύνθων». Όλυνθοι ονομάζονταν τα άγουρα σύκα (λύθια).


















